Αείµνηστη ΑΤΕ
Θα µπορούσε να πει κανείς ότι από τον καιρό που διαλύθηκε η Αγροτική Τράπεζα, η υπόθεση της χρηµατοδότησης του αγροτικού τοµέα και των αγροτικών εκµεταλλεύσεων ειδικότερα, παραµένει… γράµµα κενό. Και για να προλάβω τον όποιο αντίλογο, δεν αναφέροµαι στα ακριβά ενυπόθηκα δάνεια, ούτε στα ιδιότυπα σχήµατα συµβολαιακής γεωργίας, τα οποία, επίσης έχουν στοιχεία υποθήκης -µε βάση το παραγόµενο προϊόν- και τα οποία δεν σχετίζονται µε αναπτυξιακές πρωτοβουλίες αλλά αναφέρονται κατά βάση σε βραχυπρόθεσµα κεφάλαια κίνησης.
Πιάτσα Κολωνάκι
Ακόµα κι εκεί που κάποιες χρηµατοδοτήσεις έρχονται να συµπληρώσουν ένα µέρος της ίδιας συµµετοχής που απαιτείται για την εκτέλεση κάποιων αναπτυξιακών προγραµµάτων, αυτό γίνεται µε πολλή δυσκολία, µε µεγάλη καθυστέρηση και µε το ανάλογο κόστος. ∆εν είναι υπερβολή να πούµε ότι η χρηµατοδότηση του αγροτικού τοµέα γίνεται µε «αστικούς όρους». Χωρίς να λαµβάνονται υπόψη ο αναπτυξιακός χαρακτήρας µιας πρωτοβουλίας, η επιχειρηµατική ιδέα που κατατίθεται, η δυνατότητα του υποψήφιου δανειολήπτη να υποστηρίξει την επένδυση.
Private Banking
Το θέµα δεν αφορά µόνο τις τράπεζες. Οι τράπεζες κάνουν τη δουλειά τους και κινούνται, εφόσον είναι ιδιωτικές, µε καθαρά ιδιωτικοοικονοµικά κριτήρια. Θα είχε ενδιαφέρον να ξέρουµε, τί έχει να πει επ’ αυτού η κεντρική διοίκηση και εν προκειµένω η κυβέρνηση. Στα χρόνια του µεσοπολέµου (το 1929 ιδρύθηκε η Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος) και ακόµα περισσότερο τις πρώτες δεκαετίες µετά τον πόλεµο, η ελληνική γεωργία γνώρισε υψηλούς ρυθµούς ανάπτυξης, επειδή ακριβώς ο κάθε αγρότης αυτής της χώρας είχε τη δυνατότητα να συζητήσει τις ιδέες του και µάλιστα µε τον διευθυντή σε κάθε κατάστηµα της ΑΤΕ (400 σε όλη την Ελλάδα) και να βρει τη χρηµατοδοτική λύση που πραγµατικά είχε ανάγκη.
Φυσάνε τη γιαούρτη
Σήµερα, το έλλειµµα υποστήριξης στο συγκεκριµένο τοµέα, έχει ως αποτέλεσµα να χάνονται ή να καρκινοβατούν, χιλιάδες ιδέες και επιχειρηµατικά project τα οποία µε τη σειρά τους επηρεάζουν άµεσα τη βιωσιµότητα των αντίστοιχων αγροτικών εκµεταλλεύσεων. Αντιληπτή η ανάγκη να υπάρχουν λιγότερες, µεγαλύτερες και καλύτερες αγροτικές µονάδες, ωστόσο κι αυτό ακόµη θα µπορούσε να γίνει µε τον κατάλληλο σχεδιασµό και την οριοθέτηση των κλάδων παραγωγής που θα πρέπει να αναπτυχθούν και να τύχουν της ανάλογης προσοχής. Όχι κλείνοντας ηχηρά την πόρτα της χρηµατοδότησης στη συντριπτική πλειοψηφία των σηµερινών συντελεστών της αγροτικής παραγωγής. Και επαναλαµβάνω, αυτό δεν είναι θέµα µόνο των τραπεζών, ειδικά όταν αυτές προέρχονται από µια δύσκολη φάση µεγάλων επισφαλειών, δηλαδή από µια εποχή που… έχουν καεί στην κουρκούτη και φυσάνε και τη γιαούρτη!